Οι Κάτω Χώρες είναι φημισμένες για πολλά…όχι όμως για το γαστρονομικό τους επίπεδο. Ο πολιτισμός τους διαφημίζεται επιφανειακά σε τουριστικά καταστήματα, έντονη ερωτική ζωή και παράνομες ουσίες. Πίσω όμως από αυτές τις εικόνες, υπάρχει μία ζωή διαφορετική, την οποία είχα γνωρίσει στο παρελθόν επιθυμώντας πλέον να αλλάξω την πραγματικότητα που αντιμετώπιζαν τα media.
Όποιος έχει ταξιδέψει σε αυτές τις χώρες, σίγουρα γνωρίζει πως έξω από τις πρωτεύουσές τους και τα τουριστικά αξιοθέατα, η Ολλανδία και το Βέλγιο είναι δύο πολύ ζωντανές χώρες με θαυμάσια υποδομή εστιασμένη στον άνθρωπο που έχει ανάγκες να περπατήσει, να ηρεμήσει, να βγει για φαγητό, να διαβάσει και να ακούσει μουσική.
Με απόλυτο σεβασμό μεταφέρω όσα ζήσαμε μία παρέα τεσσάρων ατόμων σε ένα 5νθήμερο ταξίδι στις Κάτω Χώρες με κοινό στόχο την γαστρονομία.Η εποχή της περιήγησης, Άνοιξη, ήταν η ιδανική μιας και το μέρος κατακλύζονταν από μυρωδιές λουλουδιών.
Πρώτη μας στάση η πόλη των Βρυξελλών, η Πρωτεύουσα της Ευρώπης, κέντρο αποφάσεων και διεθνής μητρόπολη λαών και πολιτισμών. Εδώ διασταυρώνονται διαφορετικές γλώσσες, παραδόσεις και κουλτούρες σε ένα πολύ-πολιτισμικό μωσαϊκό. Μία πόλη με ποικίλες αρχιτεκτονικές επιρροές, κοσμική ζωή και ζωντάνια σε σχέση με άλλες γειτονικές περιοχές.
Το άρωμα που διακρίνει τις Βρυξέλλες, μία μυρωδιά που την συναντάς παντού, είναι αυτή της σοκολάτας. Ξεκινήσαμε τη βόλτα μας, από την Grande Place φυσικά, τη βασιλική πλατεία των Βρυξελλών. Η Grande Place, μία μαγευτική πλατεία με βασιλικά κτίρια, χτίστηκε τον 13ο αιώνα ως κέντρο συναλλαγών εμπόρων.
Σήμερα την διάσημη πλατεία περιβάλλουν κτίρια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, εστιατόρια και καφετέριες. Περιηγηθήκαμε στα γραφικά στενά χαζεύοντας τις κοσμοπολίτικες βιτρίνες μέσα στην παλιά πόλη, καθώς η ματιά μας έπεσε στο μουσείο της σοκολάτας σε παράπλευρο δρόμο (Maison des Ducs de Brabant, Grande Place 13, Brussels).
Γλυπτά από σοκολάτα, συνταγές από προηγούμενους αιώνες, μύθοι για το «φαγητό των Θεών», μέθοδοι παρασκευής και διαφορετικά είδη μας αποσπούσαν την προσοχή και το ενδιαφέρον των επισκεπτών. Ένας ζωντανός παράδεισος για τα παιδιά, απαγορευμένη αμαρτία για τους μεγάλους. Ένας ζαχαροπλάστης-τεχνίτης έδινε επιδείξεις σοκολατογλυπτικής στον κόσμο, αφήνοντας μαγεμένους τους θεατές.
Μία έντονη όρεξη για μους σοκολάτας μας αναστάτωσε, οδηγώντας μας στους δρόμους για την εξεύρεση του καλύτερου σοκολατοποιίου. Οι φίλοι μας γνωρίζοντας καλά τις «ορέξεις» μας, μας οδήγησαν στην Place du Grand Sablon 39, σε έναν από τους πιο αναγνωρισμένους σοκολατοποιούς στον κόσμο, τον Pierre Marcolini.
Κατενθουσιασμένοι δοκιμάσαμε spice και tea chocolate και αφήσαμε τη σοκολάτα να λιώνει μέσα στο στόμα μας χαρίζοντας μια εξαίσια γεύση, αποζημιώνοντας για τη βόλτα στο μουσείο. Θαυμάσαμε το υπέροχο και λιτό décor του καταστήματος, το επαγγελματικό service έως και την λεπτομέρεια στο packaging σχεδιασμένο από τον γνωστό Βέλγο designer Delvaux!
Μαγεμένοι από την γεύση που κυριαρχούσε στο στόμα μας, ξεκινήσαμε τη βόλτα μας στα παλαιοπωλεία για να ανακαλύψουμε βιβλία γαστρονομίας. (De Slegte, Lievevrouwbroersstraat 17). Η πόλη των Βρυξελλών φημίζεται για τις πλούσιες συλλογές σε μεταχειρισμένα βιβλία. Έτσι, στο διάσημο δρόμο με τις αντίκες και τα βιβλιοπωλεία, κάτω από την βασιλική πλατεία, προς μεγάλη μας έκπληξη ανακαλύψαμε μία σπάνια έκδοση του 1889 του Phileas Gilbert, το “Cuisine des tous le mois”.
Ο Phileas Gilbert, υπήρξε επίσης μεγάλος μάγειρας στο La Chapelle-sur-Dreuse, o οποίος μαθήτευσε δίπλα στον Auguste Escoffier.Ο ίδιος συνυπέγραψε μαζί με τον Escoffier τον πρόλογο της πρώτης έκδοσης του διάσημου Larousse Gastronomique prosper Montagni. Η συγκίνησή μας γι’ αυτήν την έκδοση ήταν μεγάλη, χωρίς να γνωρίζουμε αργότερα τι θα επακολουθούσε μόλις θα μπαίναμε στην Ολλανδία.
Μεσημέρι και η μεγάλη μας βόλτα, μας έφερε μια γλυκιά πείνα. Κρατώντας τον οδηγό Michelin Pays Bas στο χέρι, επιλέξαμε το Aux Armes de Bruxelles, ένα παραδοσιακό γοτθικό εστιατόριο, στην Rue des Bouchers 13 μέσα στα στενά της Παλιάς Πόλης. Αρχικά δοκιμάσαμε bisque αστακού, την οποία βρήκαμε απόλυτα ισορροπημένα και πολύ εύγευστη.Αισθάνθηκα τη γεύση του φρέσκου αστακού στο στόμα, όπως την αύρα της θάλασσας. Είχαμε καιρό να τη γευτούμε σωστά, συνήθως μας την σερβίρουν με οστρακόδερμα, αλλά όχι αστακό.
Συνεχίσαμε με κρέμα σπαραγγιών, μια επιλογή καθαρά εποχιακή με βελούδινη γεύση και έντονο άρωμα., καθώς και μανιτάρια maitre d’ hotel σερβιρισμένα comme il faut από άποψη τεχνικής και παρουσίασης. Τα κυρίως πιάτα μας αποτελούσαν ένα παραδοσιακό carbonade για 2 με περίφημες pommes frites (φλαμανδικό πιάτο σιγο-μαγειρεμένο με μπύρα) και ένα φιλέτο με sauce béarnaise, κλασσικό πιάτο που αν είναι καλομαγειρεμένο, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ονειρικό! Και ήταν…
Μια βόλτα ακόμη θα βοήθαγε την χώνεψή μας… καθοδόν για το ξενοδοχείο που θα διαμέναμε, το Plaza, ένα αριστοκρατικό κτίριο με κλασσική αρχιτεκτονική, συναντήσαμε μια κάβα Nicolas (Rue du March aux Poulets 63), γνωστές για την μεγάλη ποικιλία τους και την οινική γνώση σε κρασιά Γαλλίας.
Αγοράσαμε ένα Chateau Neuf-du-Pope του 2001 για να μας συνοδέψει το κρύο απόγευμα μαζί με αγελαδινό τυρί Herve, ένα τυρί που παράγεται κατεξοχήν στο Βέλγιο ξεκινώντας από τα μοναστήρια της Liege. Πρόκειται για ένα κίτρινο τυρί με ιδιαίτερη υγρασία που αφήνει στα στόμα γεύση από βρεγμένο ξύλο και φύλλα δάσους. Απολαύσαμε ένα υπέροχο απόγευμα ηρεμίας και χαλαρότητας με τους φίλους μας που μας εξηγούσαν την γαστρονομική νοοτροπία των Βέλγων, πίνοντας από το κρασί που είχαμε επιλέξει.
Το βραδάκι περπατήσαμε και πάλι στα στενά της Grande Place, ακούγοντας τις γλυκιές μελωδίες από την συμφωνική ορχήστρα της πόλης να μας ταξιδεύει σε εποχές αυτοκρατορικές σαν σε παραμύθι. Προπαραμονή Καθολικού Πάσχα και ήταν όλοι στους δρόμους για να απολαύσουν την ιεροσύνη μιας τόσο μεγάλης γιορτής.
Παντού κυριαρχούσαν μελωδίες και μυρωδιές, ενώ ο κόσμος φαίνονταν να διασκεδάζει με τη μυσταγωγία της ατμόσφαιρας. Μελωδίας του βέλγου Jacques Brel ακούγονταν από παντού, ενός τραγουδιστή-σταθμού στη μουσική σκηνή-που τραγούδησε τόσο καλά αυτά που αγάπησε: την μπύρα, τις πατάτες και τις λιχουδιές που μπορείς να βρεις στα μικρά delicatessen.
Το ίδρυμα Jacques Brel Foundation στο κέντρο της πόλης, είχε ανοιχτές τις πόρτες του για τον κόσμο που επιθυμούσε να επισκεφτεί το μουσικό μουσείο του γνωστού ποιητή και τραγουδιστή. Με τις μελωδίες να διαχέονται στα στενά, περπατήσαμε για να ανακαλύψουμε τα καλύτερα μύδια. Είχαμε ακούσει πως έπρεπε να τα δοκιμάσουμε, όπως όλοι οι Βέλγοι-σε μία τυπική Βέλγικη brasserie.
To Βέλγιο είναι γνωστό για τα μύδια, μιας και η αξιοποίηση της θάλασσας γίνεται ελεγχόμενα εδώ και πολλά χρόνια. Διαλέξαμε εκείνο το μαγαζί που τρώνε οι ντόπιοι, στου Leon. Παραγγείλαμε mulls frittes και το συνοδέψαμε με Βελγικές μπύρες, απολαμβάνοντας αυτό το τόσο απλό Βέλγικο γεύμα με μεγάλη όρεξη και χαλαρή διάθεση.
Επόμενος σταθμός μας η Bruges, μια πόλη σε καθαρά Φλαμανδικό έδαφος με διαφορετική κουλτούρα. Προσωπική μας εκτίμηση πως ο κόσμος στην Bruges είναι πιο ζεστός, πιο φιλικός, φυσικό επόμενο για επαρχία, αλλά οι έντονες διαφορές με την υπόλοιπη χώρα είναι διακριτές ακόμη και στα χαρακτηριστικά τους. Η Bruges είναι η πιο παλιά μεσαιωνική και καλοδιατηρημένη πόλη της Ευρώπης με κανάλια, επιβλητικούς γοτθικούς καθεδρικούς ναούς και όμορφα bistros. Σαν να βρίσκεσαι σε όνειρο.
Θα μέναμε στο Scandic της αλυσίδας Hilton (handboogstraat 1). Ένα ξενοδοχείο το οποίο έδενε στην ευρύτερη αρχιτεκτονική της περιοχής κρατώντας ωστόσο στοιχεία από την γνωστή αλυσίδα. Στο ξενοδοχείο μας υποδέχθηκαν με ένα κουτί σοκολατάκια και ένα μπουκάλι κρασί της περιοχής, κάτι που μας έκανε να αισθανθούμε το καλωσόρισμα των Φλαμανδών.
Βιαζόμασταν να ξεχυθούμε στους δρόμους και να ανακαλύψουμε κάθε γωνιά, να δοκιμάσουμε κάθε παραδοσιακό γλύκισμα και να φάμε στα πανέμορφα bistros.
Στην πρώτη μας βόλτα κοντά στην κεντρική πλατεία, βρεθήκαμε σε ένα στενό όπου είχαν στημένη μια υπαίθρια αγορά λίγο διαφορετική από αυτές που έχουμε συνηθίσει. Μπορούσες να βρεις αντικείμενα vintage με γαστρονομική χροιά , όπως κομμάτια από τα παλιά βάζα μουστάρδας του Anthelme Brillat Savarin και βέλγικες κούπες της σοκολάτας από το 1960, πιάτα ζωγραφισμένα με μαγειρικές φλαμανδικές φιγούρες, αν όχι συλλεκτικά, σίγουρα με πολύ ενδιαφέρον.
Μας φάνηκε απίστευτο πόση σημασία μπορεί να δίνει μια χώρα στο φαγητό, ώστε να γίνεται σύμβολο τέχνης οικιακά χρηστικά είδη, ακόμα και μουσική.
Εντυπωσιακό ήταν το μεγάλο κοινό που έδειχνε ενδιαφέρον για τις «παλιατζούρες». Η βόλτα μας συνεχίστηκε με αγορές στη boutique του γνωστού βελγικού χαρακτήρα comics TEN TEN, φυσικά με τις παραδοσιακές goffret au chocolat στο χέρι.
Ανήμερα Καθολικού Πάσχα και οι περισσότεροι Βέλγοι ήταν στα σπίτια τους, μιας και πρόκειται για μία καθαρά οικογενειακή γιορτή. Στις περισσότερες καθολικές χώρες, την ημέρα του Πάσχα, οι οικογένειες μαζεύονται το μεσημέρι για να φάνε και να γιορτάσουνε τη μεγαλοσύνη της γιορτής. Ένα από τα έθιμα τους είναι να βάφουν αυγά και να τα κρύβουν μαζί με μπισκότα. Τα παιδιά πρέπει να βρούνε τα αυγά για να πάρουν τα δώρα από τους γονείς τους.
Εμείς επιλέξαμε για το μεσημέρι ένα τυπικό Φλαμανδικό bistro, το De Vlaamsche με καλομαγειρεμένα πιάτα και υπέροχες μυρωδιές. Μιας και δεν είχαμε θρησκευτικούς περιορισμούς ζητήσαμε να δοκιμάσουμε τυπικά παραδοσιακά πιάτων των Φλαμανδών. Με δική τους παρότρυνση ζητήσαμε σούπα τομάτας με κάρυ, φυσικά pommes frites, ένα πολύ καλό ψητό βακαλάο με σως Mouchelin και τι καλύτερο για τελείωμα από fontane σοκολάτας.
Έχοντας απολαύσει το πολύ καλό μας γεύμα, θελήσαμε να χαθούμε πάλι στα στενά και να περιηγηθούμε στα μοναδικά μαγαζάκια σοκολάτας και μπύρας. Είχαμε ενθουσιαστεί που ένα τουριστικό μέρος σαν της Bruges καταφέρνει να διατηρεί όλα τα στοιχεία της παράδοσής της, ενώ φιλοξενεί τόσο κόσμο κάθε χρόνο. Κάθε γωνιά και μια μικρή ανακάλυψη, με κανάλια, πλούσια βλάστηση και μία υπέροχη ηρεμία της φύσης.
Η ζωή κυλάει σε αργούς ρυθμούς, η πόλη κατοικείται περισσότερο από οικογενειάρχες που θέλησαν ένα διαφορετικό modus vivendi από εκείνον της μεγαλούπολης. Πρόκειται ουσιαστικά για μία μικρή κωμόπολη με μεγάλη παράδοση στα κεντήματα, αλλά και στα μαγειρέματα…
Μια μικρή traiter γέμισε τα μάτια μας από μικρές λιχουδιές και χειροποίητα προϊόντα φλαμανδικής κουζίνας και μας έκανε να αισθανθούμε πως θα μπορούσαμε να μεταφέρουμε λίγη από τη μυρωδιά του στην Αθήνα, αγοράζοντας τα περίφημα μπισκότα speculoos, που τα φτιάχνουνε προς τιμή του Αγ.Νικολάου.
Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για να απολαύσουμε τον ήχο της βροχής που μόλις είχε αρχίσει να πέφτει. Μύριζε χώμα και χορτάρι, ενώ μια υπέροχη ομίχλη είχε αρχίσει να καλύπτει το ξενοδοχείο μας. Ήμασταν κουρασμένοι, αλλά πολύικανοποιημένοι από το μέχρι τώρα ταξίδι μας, γνωρίζοντας πως θαεπακολουθούσαν κι άλλα…